Satisfy - ορισμός. Τι είναι το Satisfy
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Satisfy - ορισμός


satisfy         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Satisfy (disambiguation)
v.
1) to satisfy completely, thoroughly
2) (L; refl.) she satisfied herself that all doors were locked)
satisfy         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Satisfy (disambiguation)
I. v. a.
1.
Please, gratify, content, satiate, sate, fill, suffice.
2.
Recompense, requite, indemnify, pay, liquidate, compensate, remunerate.
3.
Pay, discharge, settle.
4.
Convince, persuade, assure.
5.
Fulfil, answer.
II. v. n.
1.
Give satisfaction.
2.
Atone, make payment.
3.
Feed full, supply to the full.
satisfy         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Satisfy (disambiguation)
(satisfies, satisfying, satisfied)
1.
If someone or something satisfies you, they give you enough of what you want or need to make you pleased or contented.
The pace of change has not been quick enough to satisfy everyone...
We just can't find enough good second-hand cars to satisfy demand...
VERB: V n, V n
2.
To satisfy someone that something is true or has been done properly means to convince them by giving them more information or by showing them what has been done.
He has to satisfy the environmental lobby that real progress will be made to cut emissions...
= convince
VERB: V n that
3.
If you satisfy the requirements for something, you are good enough or have the right qualities to fulfil these requirements.
The procedures should satisfy certain basic requirements.
VERB: V n

Βικιπαίδεια

Satisfy
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Satisfy
1. Only complete withdrawal will satisfy most Iraqis.
2. The proposal is unlikely to satisfy the opposition.
3. The Hoffman Estates Ordinance fails to satisfy either requirement.
4. The emergency action didn‘t satisfy the food industry.
5. Partly to satisfy that duty, Pritchard‘s politics are kept vague.